H Εντίθ Πιάφ γεννήθηκε στο Παρίσι στις 19 Δεκεμβρίου του 1915 και ήταν Γαλλίδα τραγουδίστρια, ίσως η πιο σημαντική παρουσία στη γαλλική σκηνή των βαριετέ. Έμεινε δε στην ιστορία ως “το σπουργίτι της Γαλλίας”. Τραγούδια όπως το La vie en rose (1946) και το Non, je ne regrette rien (1960), εκτόξευσαν τη φήμη της και την κατέστησαν την πιο δημοφιλή τραγουδίστρια της Γαλλίας.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής της τα περνά με τη μητρική της γιαγιά. Το 1917 ο πατέρας της, που εργαζόταν ως ακροβάτης, στέλνει τη μικρή Εντίθ στη δική του μητέρα, στη Νορμανδίας όπου διατηρούσε οίκο ανοχής.
Στα δέκα της η Εντίθ άρχισε να τραγουδάει στους δρόμους. Αν και ο πατέρας της ήθελε να την κάνει ακροβάτη, γρήγορα κατάλαβε πως η κόρη του είχε ταλέντο στο τραγούδι και όχι στην ακροβασία.
Στα 15, έχοντας ανακαλύψει τη θαυμάσια φωνή της, εγκατέλειψε τον πατέρα της για να ζήσει στο Παρίσι. Στα 17, συναντά τον Λουί Ντουπόν και μαζί αποκτούν ένα κοριτσάκι, τη Μαρσέλ, που όμως μετά από δύο χρόνια πεθαίνει. Εκείνη συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους της Πιγκάλ, όπου και γνωρίζει τον Λουί Λεπλέ (Louis Leplée), διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία.
Μαγεμένος από τη φωνή της υπογράφει συμβόλαιο μαζί της και τη βαφτίζει «Môme Piaf» (μικρό σπουργίτι). Το 1935 της βγάζει και τον πρώτο της δίσκο. Λίγο αργότερα όμως ο Λεπλέ δολοφονείται και η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον δολοφόνο αλλά δεν τον καταδίδει. Φεύγει για να ζήσει στην επαρχία αλλά επιστρέφει στο Παρίσι το 1937.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου πολέμου και τη γερμανική κατοχή, δίνει συναυλίες για αιχμάλωτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν.
Γύρω στα 23 της είναι πια μια μεγάλη προσωπικότητα και από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους.
Στα 30 της ερωτεύεται τον Υβ Μοντάν και αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του. Στα τέλη του 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της La vie en rose, που στην αρχή περνά αδιάφορη. Καθ’ όλη την καριέρα της γράφει περίπου 80 τραγούδια.
Το 1951 έχει δύο σοβαρά τροχαία, ενώ μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη, στην οποία εθίζεται. Η Πιάφ την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ, χειροτερεύοντας έτσι την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της.
Το 1958 ζει μια ακόμα έντονη σχέση δίπλα στον νεότερο τραγουδιστή και συνθέτη Ζωρζ Μουστακί, ο οποίος το 1959 συνθέτει γι αυτήν το τραγούδι Milord που κυκλοφόρησε το 1960 και λίγο αργότερα γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Άλλο ένα σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Πιάφ. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.
Το 1960, τραγουδά με επιτυχία το «Non, Je Ne Regrette Rien» (Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτα) του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή. Το καλοκαίρι του 1961, γνωρίζει τον κατά πολύ νεότερό της, τελευταίο της έρωτα, τον Έλληνα Θεοφάνη Λαμπουκά, που τον βαπτίζει “Τεό Σαγαπό” και τον παντρεύεται τον Οκτώβριο του 1962 (στα 46 της εκείνη και 26 εκείνος). Εκείνο το καλοκαίρι παίρνει επίσης το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας Charles Cros για το σύνολο της καριέρας της.
Η Εντίθ Πιάφ σβήνει την ίδια μέρα με τον φίλο της, Ζαν Κοκτώ, στις 10 Οκτωβρίου του 1963.